Περί μέλισσας…
«Αν οι μέλισσες εξαφανιζόντουσαν, η ανθρωπότητα δεν θα είχε περισσότερα από 4 χρόνια ζωής», Albert Einstein.
Η μέλισσα είναι υπεύθυνη για το μεγαλύτερο μέρος της επικονίασης των φυτών (μια κυψέλη μελισσών μπορεί να επικονιάσει 120.000.000 άνθη την ημέρα!) και χωρίς αυτήν, το φυτικό βασίλειο δε θα μπορούσε να «ζευγαρώσει» και να μας δώσει τους καρπούς του.
Χωρίς την τροφή από το φυτικό βασίλειο, η διατροφική αλυσίδα απλά θα διαλυόταν…
Ας τα πάρουμε όμως από την αρχή: Η φύση δημιούργησε τη μέλισσα περίπου ταυτόχρονα με τα πρώτα άνθη. Το παλιότερο απολίθωμα που έχουμε βρει είναι 100.000.000 ετών και η μέλισσα της εποχής εκείνης είχε τα ίδια μορφολογικά χαρακτηριστικά με τη σημερινή, αλλά σε μέγεθος κουνουπιού (ανάλογο ήταν και το μέγεθος των λουλουδιών εκείνης της εποχής φυσικά).
Ας ρίξουμε μια πιο κοντινή ματιά σε αυτό το ιδιαίτερο έντομο. Το πρώτο ενδιαφέρον χαρακτηριστικό του είναι η κοινωνική του οργάνωση. Δημιουργεί μια «κοινωνία» που πολλοί χαρακτηρίζουν «υπερ-οργανισμό». Έχει μια και μοναδική βασίλισσα – μάνα, που στην κυριολεξία έχει γεννήσει όλους τους υπόλοιπους κατοίκους της κυψέλης (οι οποίοι συχνά φτάνουν τις 60.000!). Η βασίλισσα είναι εντυπωσιακά μεγαλύτερη από τις υπόλοιπες (και η μόνη θηλυκιά με γεννητικά όργανα), ζει περίπου 5 χρόνια (τεράστιο χρονικό διάστημα για έντομο, όταν μάλιστα οι υπόλοιπες «όμοιές» της ζουν το πολύ 3 μήνες) και γεννάει καθημερινά περίπου 2500 αυγά προκειμένου να διατηρεί τον πληθυσμό της κυψέλης στα κανονικά του επίπεδα.
Συνυπεύθυνος για τα αυγά αυτά είναι ο επόμενος κάτοικος της κυψέλης, ο κηφήνας, που η βασική του αποστολή είναι ακριβώς η γονιμοποίηση της βασίλισσας. Οι κηφήνες είναι λίγοι (ίσα-ίσα όσοι χρειάζονται με τη λογική της φύσης ώστε να διασφαλίζεται η γονιμοποίηση της βασίλισσας και να υπάρχει και μια κατάσταση «ανταγωνισμού», ώστε να λειτουργεί και η διαδικασία της φυσικής επιλογής του ισχυρότερου στη γονιμοποίηση της βασίλισσας).
Αποτέλεσμα του ζευγαρώματος αυτού είναι οι «εργάτριες», το 95% του πληθυσμού του μελισσιού. Πρόκειται για θηλυκές μέλισσες, χωρίς σύστημα αναπαραγωγής που αναλόγως της ηλικίας τους και των αναγκών της κυψέλης, μοιράζονται – σε απόλυτη ομοφωνία – όλες τις εργασίες.
Ταξιδεύουν καθημερινά 10 – 12 φορές έξω από την κυψέλη, προκειμένου να συλλέξουν γύρη και νέκταρ. Σε κάθε τους ταξίδι επισκέπτονται περίπου 300 άνθη και φέρουν τελικά πίσω στην κυψέλη περίπου 0,03 gr νέκταρ που παραδίδουν σε άλλες εργάτριες μέλισσες, οι οποίες έχουν σαν καθήκον να αφυγράνουν το νέκταρ (με μια μηχανική διαδικασία) και να το αποθηκεύσουν στα κελιά της κηρήθρας. Εύκολα μπορεί κανείς να υπολογίσει ότι για να φάμε μία κουταλιά μέλι χρειάζεται να δουλέψουν για όλη τους τη ζωή 12 – 14 μέλισσες, χωρίς να υπολογίσουμε αυτές που βοηθούν στην αφύγρανση.
Περιποιούνται και ταΐζουν (στο στόμα) τη βασίλισσα αλλά και το γόνο (τις αδερφές τους).
Διατηρούν την κυψέλη καθαρή, αποστειρωμένη (με την πρόπολη, το φάρμακο που συνθέτουν οι ίδιες) και ρυθμίζουν τη θερμοκρασία και την υγρασία της («στήνοντας» ένα φυσικό air condition με ειδικές κινήσεις των φτερών τους στην είσοδό της) ώστε οι συνθήκες να είναι οι ιδανικές για να μεγαλώσουν τα μωρά τους και να αποθηκεύσουν τα τρόφιμά τους.
Αμύνονται μέχρις εσχάτων (πολλοί από εμάς το έχουμε κυριολεκτικά «νιώσει στο πετσί μας») όταν αισθανθούν ότι η κυψέλη κινδυνεύει. Αυτό είναι και άλλη μια απόδειξη της συλλογικότητας που χαρακτηρίζει τη μέλισσα αφού το «εγώ» της φαίνεται να μην υπάρχει και μάλλον αισθάνεται μέρος του υπερ-οργανισμού που λέγεται «μελίσσι».
Χτίζουν με το κερί που εκκρίνουν οι αδένες τους όλη την αποθήκη τους (την κηρήθρα), της οποίας το εξάγωνο σχήμα προκαλεί τους σύγχρονους αρχιτέκτονες, αφού έχει αποδειχθεί ότι έτσι χρειάζεται η μικρότερη κατανάλωση υλικού (κεριού) που όμως ταυτόχρονα δίνει τη μέγιστη χωρητικότητα της αποθήκης και τη μέγιστη σταθερότητα του οικοδομήματος!
Και φυσικά, επειδή δε γίνεται να συνεργάζεσαι με κάποιον χωρίς επικοινωνία, μιλάνε μεταξύ τους με τον «χορό των μελισσών». Ένα συνδυασμό από κινήσεις των φτερών και βηματισμούς σε ευθείες και ημικύκλια μέσα από τα οποία παραδείγματος χάριν η μέλισσα – ανιχνευτής εξηγεί στις υπόλοιπες που βρίσκεται η τροφή σε σχέση με την κυψέλη!
Έτσι κατορθώνουν και συντονίζουν τις δραστηριότητές τους και πέρα από τη βοήθεια που παρέχουν στη φύση, μας δίνουν τα υπέροχα, θρεπτικά αλλά και θεραπευτικά προϊόντα τους. Είναι προφανές ότι 100.000.000 χρόνια εξέλιξης και ομαδικής εργασίας κάνουν θαύματα!
Δημήτρης Σελιανάκης – Ειδικός μελισσοκόμος
Ιστορία της μελισσοθεραπείας
Δεν θα ήταν λάθος να ισχυριστούμε πως η ιστορία της μελισσοθεραπείας ξεκινά στην ουσία από τότε που ο πρωτόγονος άνθρωπος άρχισε να καταναλώνει τα προϊόντα των μελισσών και να δέχεται τα κεντρίσματά τους. Η πρώτη όμως γραπτή μαρτυρία για τη χρήση των προϊόντων της μέλισσας για θεραπευτικούς σκοπούς ανάγεται στο 2100 π.Χ. και αφορά σε μια συνταγή, γραμμένη με σφηνοειδή γραφή σε μια πήλινη πινακίδα των Σουμερίων, που βρέθηκε στην κοιλάδα του Ευφράτη. Η συνταγή αναφέρεται σε εξωτερική χρήση του μελιού μαζί με άλλα συστατικά για τη θεραπεία μάλλον μιας μόλυνσης.
Μεταξύ 1.900 και 1.350 π.Χ., τοποθετούνται επτά συνολικά αιγυπτιακοί πάπυροι, οι οποίοι εμπεριέχουν πλήθος ιατρικών συνταγών για πολλές ασθένειες με τη χρήση μελιού και κεριού. Σημαντικότερος εξ αυτών ο “Ebers” (1550 π.Χ.), ένα ιατρικό εγχειρίδιο που περιέχει 147 συνταγές με μέλι για εξωτερική χρήση, 102 για εσωτερική και αρκετές ακόμη που περιλαμβάνουν κερί. Οι Αρχαίοι Αιγύπτιοι γνώριζαν επίσης και χρησιμοποιούσαν την πρόπολη, την οποία ονόμαζαν «μαύρο κερί». Παρασκεύαζαν και το περίφημο «κύφι», ένα είδος θυμιάματος ή αρώματος στη σύνθεση του οποίου έπαιρνε μέρος και το μέλι και το οποίο χρησιμοποιούνταν για ιατρικούς και μαγικούς σκοπούς.
Πολλές από τις χρήσεις των προϊόντων της μέλισσας της αιγυπτιακής ιατρικής και κυρίως αυτές που αφορούν σε εσωτερική (από το στόμα) χρήση επαναλαμβάνονται σε αρχαιοελληνικά και λατινικά κείμενα. Οι Αρχαίοι Έλληνες και οι Ρωμαίοι χρησιμοποιούσαν, εκτός του μελιού, του κεριού και τις πρόπολης, για θεραπευτικούς σκοπούς και το δηλητήριο της μέλισσας. Διάφορα αλκοολούχα ποτά, που παρασκευάζονταν με βάση το μέλι, όπως το υδρόμελι, το οξύμελι, το οινόμελι, το ομφακόμελι, το μελίκρατον κ.α. προτείνονταν επίσης για ορισμένες θεραπείες από τον Ιπποκράτη, τον Διοσκουρίδη, την Ιατρική Σχολή της Κνίδου και τον Γαληνό.
Στοιχεία μελισσοθεραπείας αντλούμε και από τους Ελληνικούς παπύρους που ανακαλύφθηκαν στην Αίγυπτο. Το μέλι εμφανίζεται σε συνταγές οφθαλμολογίας και μάλιστα το αττικό μέλι είναι αυτό που συστήνεται τόσο για την επάλειψη των οφθαλμών, όσο και σε θεραπευτικές αγωγές στοματολογίας, δερματολογίας, γυναικολογίας, στην καταπολέμηση της ωτίτιδας και των ρινικών λοιμώξεων. Άλλες φαρμακευτικές συνταγές συστήνουν τη χρήση «Αττικού ή Ποντικού μέλιτος», ενώ σε κατάλογο φαρμακευτικών προϊόντων μνημονεύεται μέλι από την Κρήτη και τα Θεάγγελα. Αντιθέτως, το αιγυπτιακό μέλι δεν έχαιρε ιδιαίτερης εκτίμησης. Κατά τον Πλίνιο, το «θαυματουργό» Κρητικό μέλι θεωρούνταν άριστο ιατρικό συστατικό, ενώ σύμφωνα με τον Αιλιανό το μέλι του Πόντου, που αναφέρεται και ως «μαινόμενον μέλι» (τρελόμελο), θεραπεύει την επιληψία. Φαίνεται πως οι αρχαίοι, αιώνες πριν η σύγχρονη έρευνα το αποδείξει, γνώριζαν πως ορισμένα είδη μελιού έχουν πολύ καλύτερα αποτελέσματα χρησιμοποιούμενα για συγκεκριμένους θεραπευτικούς σκοπούς απ’ ότι άλλα.
Στην Κίνα από το 200 π.Χ. και μετά υπάρχουν αρκετές γραπτές μαρτυρίες ιατρικών συνταγών που περιλαμβάνουν πολλά από τα προϊόντα της μέλισσας (το μέλι, το κερί, τη γύρη και το κεντρί).
Στη βυζαντινή και μεταβυζαντινή εποχή το μέλι, το κερί και βεβαίως τα ποτά που παρασκευάζονται από το πρώτο, χρησιμοποιούνταν κατά κόρον στην ιατρική πρακτική των σπουδαιότερων γιατρών της περιόδου, όπως ο Ορειβάσιος, ο Νικόλαος Μυρεψός, ο οποίος σε ορισμένες συνταγές προτείνει τη χρήση αττικού μελιού, ο Ιωάννης Ακτουάριος και αργότερα ο Ισαάκ Ταξιώτης και ο Διονύσιος Πύρρος. Στη μεσαιωνική και αναγεννησιακή Δύση εφαρμοζόταν επίσης μελισσοθεραπεία και είναι γνωστή η θεραπεία του Καρλομάγνου από την ουρική αρθρίτιδα από την οποία υπέφερε, με τη βοήθεια του δηλητηρίου των μελισσών.
Δεν θα πρέπει τέλος να ξεχνάμε και τη λαϊκή ιατρική, που στην Ελλάδα τουλάχιστον, χρησιμοποιούσε πολύ συχνά το μέλι, το κερί και την πρόπολη σε διάφορες περιπτώσεις, όπως σε πληγές, εγκαύματα, αρθρίτιδες, δερματικές παθήσεις, στοματίτιδες, κρυώματα, βήχα, άφθες του στόματος, για να αναφέρουμε μόνο μερικές.
Γιώργος Μαυροφρύδης – Αρχαιολόγος, Μελισσοκόμος